photo: from the film ' the notebook ' |
hit the ' play ' button:
Κολυμπούσαμε τέσσερα άτομα σε ήρεμη απογευματινή θάλασσα όταν ξαφνικά άρχισε να φουσκώνει. Οι δύο γύρισαν προς την ακτή. Οι άλλοι δύο μείναμε λίγο στάσιμοι να πάρουμε μια ανάσα πριν επιστρέψουμε. Είχαμε φοβηθεί αλλά δεν το μοιραστήκαμε. Στο σημείο που βρισκόμασταν η θάλασσα ήταν διάφανη σαν πισίνα. Λίγο πιο δίπλα και μέχρι την ακτή, ήταν άγρια. Κοίταξα κάτω και είδα κάποιον να κάθεται στο βυθό, οκλαδόν, σα να περιμένει κάτι. Βούτηξα το κεφάλι μου μέσα να δω καλύτερα, τα μάτια του ήταν κλειστά. Δεν κατάλαβα αν ήταν πνιγμένος. Ούτε ήξερα πως βρέθηκε εκεί, δεν είχε έρθει μαζί μας. Εμείς για μπάνιο είχαμε πάει στην αγαπημένη μου παραλία, οι άλλοι δεν την ήξεραν, εγώ τους πήγα με τ' αυτοκίνητο.
Έβγαλα το κεφάλι μου απ' το νερό και με μισή ανάσα είπα 'Εί-εί-ναι ο Χ-ρή-στος !! Ο δ.. είν...' .
'Άσ' τον. Πάμε πίσω.' είπε η παρέα μου. Αρχίσαμε να κολυμπάμε. Σκεφτόμασταν και οι δύο τις ίδιες σκέψεις σκόρπια 'αφού είναι μαλάκας, ξέχασες πως φέρεται ?, ασ' τον εκεί, μην το πούμε στους άλλους, αν πνιγεί ?, αν πνίγηκε ? , μα...'
Στην ακτή, φως ήλιου εκτυφλωτικό και μια μεγάλη σκάλα. Την ανέβαινα για ώρα και είχα λίγο ζαλιστεί. Δεν υπήρχε κανείς απ'τους άλλους μαζί. Ήμουν πολύ ψηλά τώρα. Έβλεπα όλη την πόλη. Από κάτω κενό και μία λίμνη γεμάτη κύκνους ή άσπρες πάπιες, δεν μπορούσα να ξεχωρίσω.
Δεν είχα ξαναδεί τόσες εκατοντάδες. Τί ωραία !
Ακούστηκε ένα τηλέφωνο να χτυπάει αλλά δεν υπήρχε πουθενά τριγύρω.
Σε ένα δωμάτιο με ξεφτισμένη ταπετσαρία, δύο ξύλινες καρέκλες, έναν μεγάλο καφέ βελούδινο καναπέ και ένα τεράστιο (σαν κτήριο) παράθυρο κάθομαι πάνω στο ξύλινο τραπέζι που είναι μπροστά απ' το παράθυρο και φοράω ένα φόρεμα ζιβάγκο σκούρο πράσινο. Έχω την αίσθηση ενός πάρτυ που τελείωσε όμως δεν υπάρχουν ίχνη του πουθενά. Στο δρόμο φυσάει πολύ βλέπω.
Περιμένω να έρθει το ασανσέρ έξω απ' το δωμάτιο που ήμουν πριν. Κοιτάω δεξιά μου και περιμένει μαζί δίπλα μου μια στρουθοκάμηλος. Χαίρομαι πάρα πολύ που την βλέπω, δεν έχω ξαναδεί από τόσο κοντά. Είναι πολύ όμορφη και ψηλή έχει πολύ αστεία μούρη και τεράστιες βλεφαρίδες. Μπαίνουμε μαζί στο ασανσέρ όταν έρχεται.
'Μ' αγαπάς ?' με ρωτάει ξαφνικά. Δεν ξέρω τι να πώ και γελάω γιατί η φωνή της είναι αντρική και δεν το περίμενα. Δεν περίμενα καν να μιλάει. Δεν μπορούσα να κρατήσω το γέλιο μου αν και ένιωθα ότι είναι απαράδεκτο αυτό που κάνω.
'Μη γελάς!' είπε τσαντισμένη αλλά δεν μπορούσα να σταματήσω.
words: y.sk [ C Dec. 2010 ]
No comments:
Post a Comment